Sunday, April 29, 2012

Μετά το τέλος των μεταπολιτευτικών ιδεολογημάτων


Η νέα γενιά στο ξεκίνημα ενός νέου πολιτικού μεγακύκλου

Του Μιχάλη Διαθεσόπουλου*
Επιστημονικό Συμβούλιο G700

Καθώς πλησιάζουμε στις εκλογές της 6ης Μαΐου και η κουβέντα σχετικά με την πολιτική τοποθέτηση και τη συμμετοχή της Νέας Γενιάς σε αυτές φουντώνει, αναδύεται από όλο και περισσότερα στόματα η ρητή και απόλυτη διαπίστωση: «Δεν υπάρχουν πια ιδεολογίες. Οι ιδεολογίες έπεσαν και μαζί τους έπεσε και ο διαχωρισμός μεταξύ των κομμάτων.»

Η παραπάνω διαπίστωση εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τη στροφή της Νέας Γενιάς είτε προς την αποχή είτε σε ευκαιριακούς συνδυασμούς διαμαρτυρίας είτε στα πολιτικά άκρα. Η λογική είναι απλή.

Βασικές Παραδοχές

Καταρχάς, ας ξεκινήσουμε από 5 κύριες παραδοχές.

Πρώτον, κάθε γενιά σχηματίζει τις δικές της πολιτικές νόρμες συνδυάζοντας τα βιώματα που κληρονομεί από την προηγούμενη με αυτά που αποκτά η ίδια κατά την ηλικία που μεσολαβεί από την αρχή της αυτόνομης κοινωνικής της ένταξης ως την ωρίμανσή και την καθιέρωσή της ως «κεντρική γενιά». Ο χρονισμός αυτών των φαινομένων αλλάζει ανάλογα με τις κοινωνικές συνθήκες, όμως χονδρικά στην εποχή μας αυτή η περίοδος αντιστοιχεί στη διαδρομή από τα 25 ως τα 40-45 έτη. Μετά από αυτό το σημείο, η αλλαγή πολιτικής νοοτροπίας και τρόπου σκέψης (δεν εννοούμε πολιτικών προτιμήσεων) δύσκολα αλλάζει ουσιαστικά και μαζικά.

Δεύτερον, τα άτομα και οι κοινωνίες σπάνια αλλάζουν πολιτικές απόψεις και συμπεριφορές σε περιόδους κοινωνικοπολιτικής σταθερότητας και ευμάρειας. Αντίθετα, τείνουν να αλλάζουν σε περιόδους αστάθειας, έντονου κοινωνικού στρες και βίωσης πρωτόγνωρων ή απροσδόκητων φαινομένων με σοβαρές επιπτώσεις (black swan events). Αυτό αποτελεί νομοτελειακή έκφραση της εξελικτικής συμπεριφοράς του ανθρώπου: η ανάγκη να αλλάξουμε καθίσταται επιτακτική μόλις βρεθούμε αντιμέτωποι με καταστάσεις για τις οποίες δεν είμαστε προετοιμασμένοι, προκειμένου να προσαρμοστούμε σε αυτές.

Τρίτον, τα άτομα και οι κοινωνίες τείνουν να ακολουθούν ως προς την πολιτική τους συμπεριφορά διπολικά πρότυπα. Είναι ευκολότερη η επιλογή μεταξύ 2 έτοιμων λύσεων από περισσοτέρων και ιδίως από τη σύνθεση μιας λύσης από συνδυασμό 2 ή περισσότερων άλλων. Ανάλογα με τις κοινωνικές συνθήκες, την έκθεση σε ενημέρωση και το μορφωτικό επίπεδο του ατόμου ή της κοινωνίας, ο βαθμός προσήλωσης στα δίπολα ποικίλλει. Σε κάθε περίπτωση, η κατανομή πολιτικών προτιμήσεων και επιλογών τείνει να συγκεντρώνεται γύρω από διπολικές εκδοχές. Ολόκληρη η ιστορία έχει γραφτεί πάνω σε δίπολα: Αριστερά-Δεξιά, Φεουδαρχία-Καπιταλισμός, Κομμουνισμός-Καπιταλισμός, Δημοκρατία-Μοναρχία, Ανατολή-Δύση.

Τέταρτον, σε κάθε εποχή κάθε κοινωνία τείνει να κυριαρχείται από ένα συγκεκριμένο ιδεολογικό πυρήνα, ένα θεμελιώδες πολιτικό αφήγημα και εν τέλει ζητούμενο. Αυτό εκφράζει τις βασικές πολιτικές παραδοχές, στόχους και οράματα που η κοινωνία στη δεδομένη μεσομακροπρόθεσμη περίοδο αντιμετωπίζει ως κεντρικούς για την εξέλιξή της. Για αυτό και συχνά αυτό το ζητούμενο χρωματίζεται και αποκαλείται ως «Εποχή». Στη Χώρα μας, το ζητούμενο ήταν κάποτε η Απελευθέρωση, αργότερα η Δόμηση του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους, πιο μετά η Μεγάλη Ιδέα (και η διαχείριση της ματαίωσής της), ύστερα η επίλυση της Κοινωνικοπολιτικής Κρίσης των δεκαετιών 1920-1930, ο Εμφύλιος και η δόμηση του Μεταπολεμικού Κράτους (που κατέληξε στη Χούντα και την τραγωδία της Κύπρου) και τέλος η Μεταπολίτευση. Κάθε Εποχή σημειώνει έναν ιστορικό κύκλο από τη γέννηση ως τη λήξη της και η έναρξη της βασίζεται στο αδιέξοδο στο οποίο έφτασε η προηγούμενη. Η Μεταπολίτευση γεννήθηκε από την πτώση της Χούντας, η μετεμφυλιακή περίοδος γεννήθηκε από το τέλος του Παγκοσμίου Πολέμου και ούτω κάθε εξής. Πάνω σε αυτό τον ιδεολογικό πυρήνα δομείται και το εκάστοτε ανωτέρω δίπολο. Το δίπολο του Εθνικού Διχασμού, αντικαταστάθηκε από αυτό του Κομμουνισμού-Αστικής Δημοκρατίας που μετεξελίχθηκε σε Βασιλευομένη-Αβασίλευτη Δημοκρατία και κατέληξε στο Μεταπολιτευτικό δίπολο (νέο-κεντρο)αριστεράς- (νέο-κεντρο)δεξιάς.

Αυτές οι ιδεολογικές «εποχές» παρότι πάντα φέρουν ορισμένα στοιχεία από τις προηγούμενες, κάποιες φορές, όταν τα γεγονότα που τις διαχωρίζουν είναι ιδιαίτερα σημαντικά ή ο ιδεολογικός τους πυρήνας έχει πια ξεπεραστεί ολοκληρωτικά από την πραγματικότητα, αντικαθίστανται από άλλες με εντελώς διακριτό πυρήνα. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε αυτό το φαινόμενο ως «Πολιτικό Μεγάκυκλο». Κάτι σχετικό βίωσε η Ελλάδα μετά το τραυματικό γεγονός της Μικρασιατικής Καταστροφής και την οριστική εγκατάλειψη του κεντρικού πολιτικού συστατικού της Μεγάλης Ιδέας, που χαρακτήρισε σε μικρό ή μεγάλο βαθμό μια περίοδο μεγαλύτερη από έναν αιώνα. Μετά έλαβε χώρα η μετάβαση σε μια πραγματικά Νέα Ελληνική Κοινωνία, προσδιορισμένη όχι από την αποστολή της αλλαγής των εθνικών συνόρων , αλλά από αυτή της κατάκτησης μιας θέσης στον αναπτυγμένο δημοκρατικό κόσμο.

Κρίση, Νέα Γενιά και Ιδεολογικοί Διαχωρισμοί

Η Νέα Γενιά και συγκεκριμένα ιδίως οι ηλικίες 25 έως 35 ετών, δηλαδή εκείνο το τμήμα της κοινωνίας που βρισκόταν στην αρχή της ένταξης του στην παραγωγική διαδικασία (και συνεπώς στην κοινωνία), είχε αρχίσει να συνειδητοποιεί εδώ και πάνω από 5 χρόνια την ύπαρξη παραγόντων στην Ελληνική οικονομία και κοινωνία, που διακινδύνευαν σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα μελλοντικής του κοινωνικής εξέλιξης και αυτονόμησης.

Αυτή η συνειδητοποίηση εμπεριείχε το σπόρο για τη στροφή της γενιάς αυτής στο πολιτικό δίλημμα μεταξύ παραίτησης ή αντίδρασης. Την εξέλιξη αυτή συγκρατούσαν 2 παράγοντες.

Πρώτον, η υποστήριξη του οικογενειακού περιβάλλοντος σε συνδυασμό με την κοινωνική ευμάρεια δημιουργούσαν ψευδαισθήσεις αισιοδοξίας ή έστω προσωρινού βολέματος στους νέους, που έβλεπαν ότι δύσκολα θα στέκονταν μόνοι στα πόδια τους. Αφού όμως η οικογενειακή υποστήριξη ήταν συχνά αρκετή για να εξασφαλίσει προσωρινά στο νέο άνθρωπο ένα επίπεδο ζωής κοντά σε αυτό που είχε συνηθίσει, η προοπτική της αντίδρασης ατονούσε.

Δεύτερον, η ύπαρξη των ιδεολογικών φραγμών (σε θεωρητικό, όπως θα εξηγηθεί παρακάτω, επίπεδο). Η γενιά των σημερινών 30ρηδων συνδύασε τα βιώματα από μια φαινομενικά «ισχυρή Ελλάδα» του τέλους των ’90s-αρχών των ’00s με τα ιδεολογήματα που κληρονόμησε από τους γονείς της. Αυτοί με τη σειρά τους σχημάτισαν τα δικά τους ιδεολογήματα ως συνδυασμό των εμφυλιακών εμπειριών των δικών τους γονιών με τα βιώματα της Χούντας, του Πολυτεχνείου και της αρχής της Μεταπολίτευσης. Αυτή η πυραμίδα στη συλλογική συνείδηση των Ελλήνων και η αναπαραγωγή του διπολικού προτύπου για την πολιτική οδήγησε στη δημιουργία εμποδίων στην κινητικότητα των ψηφοφόρων μεταξύ κομμάτων ή ευρύτερων πολιτικών χώρων. Αυτά τα εμπόδια σε μικρότερο μεν σημαντικό δε βαθμό χαρακτήρισαν την πολιτική συμπεριφορά και της Νέας Γενιάς, που παρότι συνειδητοποιούσε λογικά ότι οι διαχωρισμοί μεταξύ των κομμάτων έτειναν να εξαλειφθούν, πάνω από την κάλπη λειτουργούσε συχνά με τα σύνδρομα των πατεράδων της.

Η πρόσφατη οικονομική κρίση όμως κλόνισε την άποψη περί διαχωρισμών. Δημιούργησε την εντύπωση ότι το θεωρητικό δίπολο μεταξύ δεξιάς-αριστεράς δεν υπάρχει πλέον και ότι αντικαταστάθηκε από σύγχρονα δίπολα τύπου Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο και Συμπόρευση-Αντίδραση. Ταυτόχρονα, η κρίση αποδυνάμωσε και την οικογενειακή στήριξη, αφαιρώντας άλλο ένα παράγοντα από την εξίσωση που χαρακτήριζε την πολιτική συμπεριφορά των νέων, που με τρόμο σήμερα συνειδητοποιούν πόσο γυμνή είναι η θέση τους σε μια πολύ διαφορετική κοινωνία από αυτή όπου μεγάλωσαν. Που νιώθουν να διαλύεται η ψευδαίσθηση πως θα ζήσουν ακόμα καλύτερα ή τουλάχιστον εξίσου καλά με τους γονείς τους. Έτσι, καθώς νιώθουν το σύμπαν στο οποίο είχαν αρχίσει να ανδρώνονται να καταρρέει και βιώνουν ένα άνευ προηγουμένου για τα δεδομένα τους τραυματικό σοκ, απελπισμένοι φωνάζουν: «Οι ιδεολογίες πέθαναν».

Αφού πια δεν υπάρχουν ιδεολογίες, παύουν πλέον να υπάρχουν η πόλωση και τα ταμπού που εμπόδιζαν την κινητικότητα των ψηφοφόρων, κατέληγαν στη συγκέντρωση τους στο δικομματισμό και συγκρατούσαν την αντίδραση ιδίως της Νέας Γενιάς.

Προς ένα Νέο Πολιτικό Status Quo

Η αποδυνάμωση αυτού του φραγμού εξηγεί πρόσφατα φαινόμενα όπως η ενίσχυση ακραίων και λαϊκιστικών σχηματισμών με μόνο πολιτικό σύνθημα την αντίδραση στην πραγματικότητα. Αν η κατάσταση συνεχιστεί –και δεδομένου ότι οι συνθήκες που τη δημιούργησαν δεν φαίνεται να υποχωρούν μεσοπρόθεσμα-, αυτή η ρευστότητα θα αποκρυσταλλωθεί σε ένα νέο πολιτικό status quo.

Βέβαια, η εδραίωση ενός νέου πολιτικού status quo δεν είναι προς αποφυγή. Με βάση δε τα πρόσφατα βιώματα της γενιάς που σήμερα ανδρώνεται, είναι αυτονόητη. Το θέμα είναι με τι όρους θα διαμορφωθεί αυτό το «νέο» που όλοι φαίνονται να ψάχνουν και να περιμένουν. Κάποια στιγμή η σημερινή Νέα Γενιά θα ξανασυγκεντρωθεί γύρω από κάποια πολιτική αφήγηση, ένα νέο ιδεολόγημα, κάποια πολιτική πρόταση ή κάποιο νέο δίπολο. Αυτή η διαδικασία μόλις άρχισε. Όταν ολοκληρωθεί, θα χαρακτηρίσει το πολιτικό σκηνικό και τη μορφή της Χώρας για τα επόμενα 20-30 χρόνια. Τουλάχιστον.

Όπως έχει επιβεβαιωθεί ιστορικά, ο σχηματισμός μιας νέας πολιτικής κατάστασης ξεκινά από την ανάγκη απάντησης των αιτιών που οδήγησαν την κοινωνία στο προηγούμενο αδιέξοδο. Αυτή η προσπάθεια θα βασιστεί σε μια –ορθή ή εσφαλμένη- διάγνωση των αιτιών. Και εδώ είναι που χρειάζεται η μεγαλύτερη προσοχή. Αν η διάγνωση είναι λάθος, ο νέος ιδεολογικός πυρήνας θα είναι στρεβλός και οι όποιες λύσεις θα οδηγήσουν σύντομα σε νέο (χειρότερο) αδιέξοδο.

Καθώς η νέα πολιτική εποχή που αρχίζει σήμερα να διαμορφώνεται, στηρίζεται στην παραδοχή του θανάτου των (μεταπολιτευτικών) πολιτικών αφηγήσεων (άρα και του ιδεολογικοφανούς διπολισμού, άρα της ίδιας της Μεταπολίτευσης), αξίζει να αναρωτηθούμε: Έχουν όντως πεθάνει οι Μεταπολιτευτικές «ιδεολογίες»; Αν ναι, μήπως είχαν πεθάνει πολύ νωρίτερα και απλώς τώρα το συνειδητοποιήσαμε, αφυπνισμένοι καθυστερημένα από την οικονομική κρίση;

Πότε Πέθαναν τα Μεταπολιτευτικά Ιδεολογήματα;

Για να απαντήσουμε αυτό το ερώτημα, καταρχάς πρέπει να δεχτούμε ότι τα ιδεολογήματα ήταν κάποτε «ζωντανά». Αυτό δεν σημαίνει ότι οι συγκεκριμένες πολιτικές αφηγήσεις και οι υπηρέτες τους ήταν ή δεν ήταν ειλικρινείς και ανταποκρινόμενες στο ίσως ρομαντικό υπόβαθρο που κάποιοι θιασώτες τους κάποτε πίστευαν. Σημαίνει απλά ότι κάποτε μπορούσαν να επηρεάσουν όντως τον κόσμο προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Υπό αυτή την έννοια, φυσικά και οι κρατούσες πολιτικές αφηγήσεις, όπως εκφράζονταν από το διπολισμό Αριστεράς-Δεξιάς της δεκαετίας του 1980 ήταν ισχυρές. Προφανώς διαστρεβλώθηκαν και έτυχαν εκμετάλλευσης από καιροσκόπους πολιτικούς. Όμως και πάλι: Έπειθαν. Είτε από ειλικρινή πεποίθηση είτε από συμφέρον. Είτε συνηθέστερα από συνδυασμό και των δύο.

Καθώς όμως, το φορτισμένο συνειδησιακό υπόβαθρο των πρώτων ετών μετά τη Δικτατορία έφθινε, καθώς η σύγχρονη Δημοκρατία μετατρεπόταν από ζητούμενο της Μεταπολίτευσης σε δεδομένο και καθώς η παγίωση της θεράπευσε τις συνέπειες του εθνικού διχασμού και της μετεμφυλιακής περιόδου (που ακόμα μέχρι και πριν 20 χρόνια ήταν ορατές στην Ελληνική κοινωνία), ο ιδεολογικός πυρήνας αυτής της περιόδου είχε αρχίσει πια να χάνει τη δυναμική του. Κυρίως, γιατί εκπλήρωσε τους βασικούς του στόχους. Σε δεύτερο επίπεδο, γιατί απέδειξε ότι δεν θα εκπλήρωνε ποτέ τους δευτερεύοντες σκοπούς του. Η δε κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού σήμανε την κατάργηση ιδεολογικών διαχωρισμών δεκαετιών και παγκοσμίου βεληνεκούς και ταυτόχρονα, σε συνδυασμό με τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, σηματοδότησε την έναρξη μιας άνευ προηγουμένου οικονομικής και πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης.

Υπήρχε όμως και ένας ακόμα παράγοντας. Η ένταξη της Χώρας στην τότε ΕΟΚ έφερε μαζί της μια πρωτόγνωρη διάχυση πλούτου στη μέχρι τότε λίγο-πολύ στερημένη Ελληνική κοινωνία. Για πρώτη φορά στην ιστορία του Νεοελληνικού Κράτους, κάθε Έλληνας δεν ήξερε μόνο ότι ζει σε μια σύγχρονου τύπου Δημοκρατία (με τα καλά και τα κακά της, πάντως με κατοχυρωμένα σε μεγάλο βαθμό τα βασικά ατομικά δικαιώματα).

Αλλά είχε τη δυνατότητα να αξιώσει και κοινωνική και οικονομική ανέλιξη. Και, ομολογουμένως, με αρκετά λιγότερο κόπο και στερήσεις από ό,τι οι δικοί του γονείς. Τα χρήματα που ξαφνικά κατέκλυσαν τη Χώρα, ενισχύθηκαν από τις εισροές του δημόσιου δανεισμού και αργότερα της έλευσης επενδύσεων εν όψει ένταξης στην ΟΝΕ. Τις συνέπειες της περιόδου του 1999, όταν όλοι νόμισαν ότι μπορούν να γίνουν πλούσιοι, «καμούφλαραν» η προοπτική των Ολυμπιακών Αγώνων και η αλματώδης και επίσης πρωτόγνωρη για τα Ελληνικά δεδομένα διόγκωση της τραπεζικής ρευστότητας, που χαρακτήρισε ιδίως τα έτη 2000-2007.

Αυτό είναι το περιβάλλον όπου μεγάλωσε η σημερινή Νέα Γενιά. Ένα περιβάλλον κοσμογονικών κοινωνικών, πολιτικών, οικονομικών και τεχνολογικών αλλαγών σε διεθνές επίπεδο και διόγκωσης μιας εθνικής ανάπτυξης-φούσκας (όπως τελικά αποδείχθηκε). Ένα περιβάλλον όμως που χαρακτηρίστηκε από στασιμότητα όσον αφορά την Ελληνική πολιτική σκηνή. Με τους ανταγωνισμούς του μεταπολιτευτικού δικομματισμού να συνεχίζουν να διαδραματίζονται με όρους ‘80s, την πολιτική συνθηματολογία καθηλωμένη σε κούφια πλέον απολιθώματα της εποχής της γενιάς του Πολυτεχνείου και τους κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού να εξακολουθούν να διέπονται από την παραδοσιακή κοτζαμπάσικη-ρουσφετολογική-κομματαρχική νοοτροπία του 19ου αιώνα στη «νέα» μεταπολιτευτική της εκδοχή.

Αλήθεια, πόσο γελοίο φαντάζει σήμερα, ότι μέχρι πριν 3 χρόνια, στην εποχή του διαδικτύου, των παγκοσμιοποιημένων αγορών και της  καινοτομίας, το όνειρο πολλών νέων Ελλήνων (μορφωμένων συχνά σε Ευρωπαϊκά ή –φαινομενικά- ευρωπαϊκών προδιαγραφών Πανεπιστήμια) ήταν ο… διορισμός στο Δημόσιο. Αυτό και μόνο δείχνει τη σχέση του Μεταπολιτευτικού κοινωνικοπολιτικού μοντέλου με τις σύγχρονες εξελίξεις.

Παρότι λοιπόν η Ελλάδα είχε εξελιχθεί φαινομενικά σε ένα σύγχρονο Ευρωπαϊκό Κράτος, πολιτικά βρισκόταν προσηλωμένη στην οπισθοδρόμηση. Ο διάχυτος καταναλωτισμός, η τεχνητή ευμάρεια και η αναπόφευκτη –λόγω και της διατήρησης ξεπερασμένων πολιτικών δομών- διαφθορά, έριξαν τη χαριστική βολή στα ιδεολογικά κατασκευάσματα μιας εποχής που έλκει τις ρίζες της στα αδιέξοδα της δικτατορίας και του μετεμφυλιακού Κράτος. Και εμπεριέχει έως και τα συμπλέγματα προπολεμικών διαχωρισμών, κάτι εύκολα παρατηρήσιμο ιδίως σε πολιτικές συμπεριφορές σε τμήματα της Ελληνικής επαρχίας.

Το μεταπολιτευτικό μοντέλο ήταν λοιπόν ούτως ή άλλως χρεοκοπημένο πολύ πριν την πρόσφατη κρίση. Σε μεγάλο βαθμό είχε ήδη ολοκληρώσει τον ιστορικό του κύκλο, εδώ και δύο δεκαετίες, όταν οι κύριοι αντικειμενικοί στόχοι του είχαν επιτευχθεί, οι προδικτατορικές αδικίες είχαν αποκατασταθεί, η Δημοκρατία είχε αναντίστρεπτα εδραιωθεί και οι ψυχροπολεμικές αντιπαραθέσεις εξαφανίζονταν παγκοσμίως δίνοντας θέση σε μια Νέα Εποχή με πολύ διαφορετικά πολιτικά δεδομένα. Και θα αναρωτηθεί κάποιος: Γιατί αυτό το μοντέλο διατηρήθηκε μέχρι τώρα; Αφενός γιατί συνέφερε ισχυρά τμήματα της Ελληνικής κοινωνίας. Αφετέρου γιατί η «εύκολη ευμάρεια» κάλυψε πως το μοντέλο είχε ξεπεραστεί από τις εξελίξεις.

Η πτώση του Μεταπολιτευτικού μοντέλου σήμανε το κλείσιμο ενός ακόμη Πολιτικού Μεγακύκλου για τη Χώρα και το ξεκίνημα ενός νέου.

Η Επώδυνη Συνειδητοποίηση

Οι «ιδεολογίες» ήταν λοιπόν ήδη νεκρές. Το μόνο που έλειπε από την Ελληνική κοινωνία ήταν το ισχυρό σοκ, για να συνειδητοποιήσει την ανάγκη μετάβασης σε κάτι νέο. Ή μάλλον ότι η μετάβαση είχε ήδη γίνει και η ίδια απλά δεν το είχε καταλάβει.

Το σοκ ήρθε μόλις πρόσφατα. Η σημερινή Νέα Γενιά, μεγαλωμένη σε ένα τόσο αντιφατικό και ανεπαρκές για τις σημερινές προκλήσεις περιβάλλον, συνειδητοποιεί εντελώς ετεροχρονισμένα πως όλα όσα της έμαθαν να πιστεύει είναι νεκρά. Και τώρα στρέφεται πανικόβλητη είτε στην αγκαλιά εύκολων λύσεων που ηχούν όμορφα είτε στην παραίτηση και την οριστική φυγή.

Πρέπει όμως να συνειδητοποιήσει ότι οι μεταπολιτευτικές πολιτικές αφηγήσεις δεν «πέθαναν» τώρα. Πρέπει να καταλάβει τους πραγματικούς λόγους που τις «σκότωσαν». Αλλιώς δεν θα συνειδητοποιήσει τη φύση και τις παραμέτρους του αδιεξόδου, που υπήρχε δίπλα μας εδώ και καιρό και δεν το βλέπαμε. Ή θα εγκλωβιστεί σε ανούσια ψευτοδιλήμματα τύπου Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο. Ή ακόμα θα εξαπατηθεί και πάλι με φρούδες ελπίδες και ανέξοδες υποσχέσεις.

Αν λοιπόν ταυτοποιήσει εσφαλμένα το αδιέξοδο, τότε ο πολιτικός διάλογος που μορφοποιείται σήμερα θα είναι κι αυτός νεκρός εν τη γενέσει και όποιες λύσεις επιλεγούν –και ως επί το πλείστον φοβικές, λαϊκιστικές, εκδικητικές, τιμωρητικές ή ακόμα και «αναχωρητικές»- θα οδηγήσουν σε εφιαλτικά αποτελέσματα.

Γιατί απλά η Ελλάδα αντί να κάνει γρήγορα τα βήματα για να καλύψει το χαμένο έδαφος θα οπισθοδρομήσει ακόμα περισσότερο. Θα βυθιστεί σε κοινωνική και πολιτική τελμάτωση. Και αυτή τη φορά δεν θα υπάρχουν ούτε κοινοτικές επιδοτήσεις ούτε δανεικά, για να συντηρήσουν το «παραμύθι». Απλά θα αναλωθεί το μέλλον και της επόμενης γενιάς.

Η Νέα Γενιά σήμερα, με αφορμή και τις επερχόμενες εκλογές, βρίσκεται μπροστά σε μια διπλή συνειδητοποίηση: Όχι απλά ότι τα ιδεολογήματα τα οποία έμαθε να την ορίζουν είναι νεκρά προ πολλού. Αλλά και ότι πρέπει άμεσα να σχηματιστεί ένας νέος ιδεολογικός πυρήνας που θα καθορίσει το δύσκολο αγώνα του σήμερα.

Η Πρόκληση

Αυτός ο αγώνας θα έχει ως βασικό του στοίχημα να βρει επαφή η Χώρα με τη σύγχρονη παγκόσμια πραγματικότητα.

Η απαρχή για αυτό τον αγώνα βρίσκεται στην αναγνώριση ότι σε αυτές τις εκλογές και αργότερα στις πολιτικές και κοινωνικές ζυμώσεις που θα ακολουθήσουν, δεν αντιμετωπίζουμε το παρελθόν ή το παρόν. Αλλά το μέλλον. Αυτός ο δρόμος βέβαια, φυσικά και διέρχεται και μέσα από την τιμωρία και την απόδοση ευθυνών. Αλλά δεν πρέπει να σταθεί κοντόφθαλμα μόνο εκεί. Πρέπει να καταλήξει στο ζητούμενο. Στο νέο ουσιαστικό πολιτικό δίλημμα-πρόκληση που θα τη σημαδέψει. Το ποιο θα είναι αυτό το δίλημμα δεν μπορούμε βέβαια να το ξέρουμε σήμερα. Όπως και την εποχή που η στόχευση της Μεγάλης Ιδέας έφτανε στο τέλος της, δεν θα μπορούσε κάποιος να ξέρει το επερχόμενο δίλημμα μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, παρά μόνο το νέο εθνικό στόχο της παγίωσης και ανάπτυξης του Ελληνικού Κράτους.

Έτσι και σήμερα, το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι να μορφοποιήσουμε το νέο μεγάλο και μακροπρόθεσμο πολιτικό μας στόχο. Και αυτός δεν αφορά στο «πως θα βγούμε από την κρίση». Αλλά στο «πως σε 20 χρόνια από σήμερα θα είμαστε ένα αναπτυγμένο κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά Κράτος». Με τι είδους νοοτροπίες, πολιτικά ήθη, κοινωνικές παραμέτρους, οικονομικό μοντέλο, εθνικό στρατηγικό προσανατολισμό, θεσμούς και πολιτικούς. Και πρέπει να υπογραμμιστεί: όχι αύριο, αλλά σε 20 χρόνια. Πάνω σε αυτό το στόχο θα μορφοποιηθούν τα νέα πολιτικά διλήμματα του αύριο.

Η σημερινή κρατούσα γενιά δύσκολα θα δείξει την απαιτούμενη υπομονή για τη χάραξη της μακροπρόθεσμης πορείας της Χώρας, ίσως μάλιστα και εις βάρος των ίδιων της των συμφερόντων. Είναι εξάλλου δύσκολο να ξεφύγει κανείς από το επώδυνο σήμερα και το επίφοβο αύριο, για να κοιτάξει προς το αβέβαιο μακρινό μέλλον. Αυτό το μέλλον όμως είναι και το μόνο που μπορεί ακόμα να διαμορφωθεί από την απόφασή μας.

Η σημερινή Νέα Γενιά, που τόσο δοκιμάζεται, είναι η μόνη που έχει τη δυνατότητα (άρα και την ευθύνη), έστω και με περιορισμένα εφόδια, να παλέψει για να επαναπροσδιορίσει από μηδενική βάση τα πάντα. Η όποια επιλογή της πρέπει να κατατείνει στην εξαρχής δόμηση μιας Νέας Κοινωνίας, με γνώμονα περισσότερο τα δικά της παιδιά παρά τον ίδιο της τον εαυτό. Αυτή η δόμηση δεν περνά μέσα από πρόσκαιρα ψευδοδιλλήματα και έτοιμες συνταγές.

Περνά μέσα από την έμπρακτη συμμετοχή στα κοινά και τη μη παραίτηση από τις προκλήσεις των νέων δεδομένων.

Περνά μέσα από την ατομική και συλλογική αυτοκριτική και την αποδοχή της παρούσας κατάστασης ως μια πραγματικότητα που πρέπει να κοπιάσουμε για να βελτιωθεί και εν τέλει να ανατραπεί.

Περνά μέσα από την έμπρακτη, μαζική και συντεταγμένη –και όχι μέσω ακροτήτων- αποδοκιμασία όχι μόνο των προσώπων, αλλά και των πρακτικών που μας έφεραν ως εδώ. Τι σημασία έχει η διαμαρτυρία που συγκαλύπτει την εμμονή στις παλιές πρακτικές;

Περνά μέσα από την απαξίωση των φθαρμένων ιδανικών του χθες: της επιδειξιμανίας, του καταναλωτισμού, του εύκολου χρήματος, των ακόμη πιο εύκολων λύσεων, του βολέματος και της ευνοιοκρατίας.

Περνά μέσα από τη διαρκή πίεση για τον εκσυγχρονισμό των θεσμών της Χώρας και του πολιτικού της συστήματος.

Περνά μέσα από τον απόλυτο σεβασμό προς τους νόμους και τους κανόνες και την αντίθεση σε κάθε προσπάθεια καταστρατήγησής τους.

Περνά μέσα από την έμπρακτη εμπιστοσύνη προς σχηματισμούς, πρόσωπα, νοοτροπίες και ιδέες που σηματοδοτούν την αλλαγή της Χώρας σε κάθε επίπεδο.

Περνά μέσα από τη συλλογική και θεσμική μάθηση από τα πετυχημένα καλά πρότυπα άλλων Χωρών και την ενσωμάτωση αξιών και πρακτικών του πολιτικά και οικονομικά αναπτυγμένου κόσμου.

Για να επιτευχθούν αυτά δεν αρκεί απλά η Νέα Γενιά να αντιληφθεί το αυτονόητο: ότι οι χθεσινές ιδεολογίες είναι νεκρές. Αλλά ότι είναι άμεση ανάγκη να γεννηθούν νέες δυναμικές πολιτικές αφηγήσεις. Τώρα φτιάχνεται το στόρυ του νέου Πολιτικού Μεγακύκλου.

* Ο Μιχάλης Διαθεσόπουλος είναι Δικηγόρος LLM, MBA, υποψήφιος Διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο του Tilburg και μέλος του επιστημονικού συμβουλίου της G700.


ΕΔΩ μπορείτε να διαβάσετε τη διακήρυξη θέσεων της G700 για τις Εκλογές του 2012.

Friday, April 27, 2012

Μπροστά στις κάλπες

Αναδημοσιεύουμε κείμενο οργανώσεων και ομάδων πολιτών για τις εκλογές, με οποίο συμφωνούμε. ΕΔΩ θα βρείτε τη Διακήρυξη Θέσεων της G700 για τις εκλογές.

Μέλη των κινήσεων “Για την Ελλάδα τώρα”, ”Μπροστά”, ”Νέοι Μεταρρυθμιστές”, ”Π80” και ”Πολιτεία 2012” και μέλη ομάδας πολιτών, που υπογράφουμε το κείμενο αυτό, πιστεύουμε ότι στις εκλογές της 6ης Μαΐου δεν κρίνεται μόνο η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας και η παραμονή της στην Ευρωζώνη, αλλά και η βιωσιμότητα βασικών αρχών και θεσμών του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.

Το δημοκρατικό μας πολίτευμα απειλείται από το γεγονός ότι η σύγκρουση μνημονιακών-αντιμνημονιακών οξύνεται επικίνδυνα από τις πράξεις και τη ρητορική του μίσους ορισμένων κομμάτων, συνδικάτων, ομάδων, τα οποία επιδιώκουν τον διχασμό, αδιαφορώντας ή υποβαθμίζοντας τις καταστροφικές συνέπειες που θα έχει η αδυναμία συγκρότησης βιώσιμου κυβερνητικού σχήματος.

Φαινόμενα όπως ο προπηλακισμός πολιτικών ή απλώς γνωστών προσώπων, η βίαιη διακοπή δημόσιων εκδηλώσεων, οι καταστροφές στο κέντρο της Αθήνας, η παρεμπόδιση εφαρμογής νόμων και λήψης συλλογικών αποφάσεων συνδικαλιστικών οργάνων, το  κατευθυνόμενο διαδικτυακό υβρεολόγιο, δημιουργούν περιβάλλον που εκτρέφει την ανομία και τη βία. Πρόκειται για φαινόμενα ασύμβατα με τη λειτουργία της δημοκρατίας, πολύ περισσότερο μάλιστα που η διέξοδος από τη σημερινή κρίση απαιτεί την ευρύτερη δυνατή συνεννόηση και συναίνεση σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, παρά την οργή για τις ευθύνες ολόκληρου του πολιτικού-κομματικού συστήματος, και των προηγούμενων κυβερνήσεων για την αποτυχία αποτροπής της κρίσης, και για τις επιπτώσεις ή τις καθυστερήσεις της ασκούμενης πολιτικής. Για να υπάρξει όμως δημιουργική διέξοδος από την οργή, πρέπει πρωτίστως να καταπολεμηθούν οι παράγοντες που δημιούργησαν την κρίση: ο λαϊκισμός, ο κρατισμός και ο εθνικισμός.

Άρα, αυτό που προέχει σήμερα είναι να ενισχυθούν εκλογικά τα κόμματα και οι υποψήφιοι βουλευτές που μπορούν και θέλουν να συνεργαστούν για τη συγκρότηση μιας ισχυρής μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης εθνικής συνεννόησης, με την ευρύτερη δυνατή στήριξη, σεβαστής στο εσωτερικό και το εξωτερικό.  Μιας κυβέρνησης ικανής να εξασφαλίσει τη δημοκρατική νομιμότητα, την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και την υπέρβαση της κρίσης με πολιτικές και μέτρα για τη βελτίωση των επώδυνων όρων, των στόχων και των πολιτικών εφαρμογής του μνημονίου. Που να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει την ανεργία, τις ανισότητες και τη φτώχεια και να προωθήσει την ανάπτυξη διεθνώς ανταγωνιστικής οικονομίας με την άμεση εφαρμογή των αναγκαίων διαθρωτικών αλλαγών, την αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος και τη διαμόρφωση μιας νέας πολιτικής κουλτούρας, με νέα ήθη, νέες πρακτικές και νέα πρόσωπα.

Μόνο έτσι θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την ανάδειξη σε μία επόμενη φάση μιας νέας συμμαχικής προοδευτικής πλειοψηφίας, με τη συμμετοχή πολιτικών δυνάμεων του μεταρρυθμιστικού κέντρου, του φιλελεύθερο χώρου, της σοσιαλδημοκρατίας και της ανανεωτικής αριστεράς, αλλά και των αντίστοιχων ανένταχτων ή συλλογικά οργανωμένων ενεργών πολιτών, που εκφράζουν μια νέα δυναμική διάσταση της κοινωνίας των πολιτών.

Με αυτές τις σκέψεις, όλοι εμείς που υπογράφουμε αυτό το κείμενο ελπίζουμε οι έλληνες πολίτες να προσέλθουν στις κάλπες με γνώμονα τη λογική και την ευθυκρισία ώστε, επιδιώκοντας να τιμωρήσουμε όσους θεωρούμε υπεύθυνους για το παρόν, να μην τιμωρήσουμε το μέλλον της ίδιας μας της χώρας.


ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ
ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ ΔΑΝΑΗ
ΔΙΑΚΟΥΛΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ
ΔΟΛΓΕΡΑΣ ΛΑΚΗΣ
ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΒΑΦΕΙΑΔΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΒΛΑΧΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΚΟΝΤΟΓΕΩΡΓΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ
ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΡΟΡΗ ΛΑΜΠΡΙΝΗ
ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
ΔΑΜΙΑΝΙΔΗ ΑΝΝΑ
ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΣ
ΔΟΞΙΑΔΗΣ ΑΡΙΣΤΟΣ
ΔΡΟΥΖΙΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ
ΘΕΟΔΩΡΑΚΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
ΚΑΒΟΥΝΙΔΗΣ ΣΠΥΡΟΣ
ΚΑΛΑΝΤΖΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΛΑΜΠΡΟΥ ΤΑΚΗΣ
ΜΑΡΑΒΕΓΙΑΣ ΝΑΠΟΛΕΩΝ
ΠΑΛΑΝΤΖΑΣ ΛΑΜΠΡΟΣ
ΠΑΠΠΑΣ ΑΝΔΡΕΑΣ
ΠΙΤΣΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΡΑΠΤΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
ΣΚΟΥΡΤΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ
ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ
ΣΦΗΚΑΚΗΣ ΠΕΤΡΟΣ
ΤΟΥΝΤΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
ΤΣΑΜΟΥΡΓΕΛΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
ΧΑΛΑΡΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ
ΧΑΤΖΙΜΠΙΡΟΣ ΚΙΜΩΝ
ΨΥΧΟΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ

Monday, April 23, 2012

Εκλογές 2012. Διακήρυξη θέσεων G700

Συμμετέχουμε
Φέρνουμε στο προσκήνιο τις προτεραιότητες της γενιάς μας
Ισχυροποιούμε το μεταρρυθμιστικό μέτωπο

 

Στις 6 Μαΐου 2012 έχουμε εκλογές. Πρόκειται για την πέμπτη κατά σειρά εκλογική αναμέτρηση την οποία έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε και να σχολιάσουμε στα πέντε έτη δημόσιας παρέμβασης της κίνησής μας. Αν και κάθε αναμέτρηση έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα δικά της προτάγματα και διακυβεύματα, υπάρχουν κάποιες σταθερές που προσδιορίζουν κάθε φορά τη στάση μας απέναντι σε κόμματα, πολιτικούς και πολίτες. Όπως τότε, έτσι και σήμερα:

1)    Συμμετέχουμε, δεν απέχουμε

Η αποχή δεν οδηγεί πουθενά. Είναι μια «μαλακία». Το είπαμε χονδροειδώς και έξω απ’ τα δόντια, αμέσως μετά την εκτεταμένη αποχή στις αυτοδιοικητικές εκλογές το 2010, έχοντας κατά νου ανάμεσα σε άλλα, και το σοκ των «ευρωεκλογών του φραπουτσίνο» το 2009, όπου επινοήθηκε ο όρος «συνειδητή αποχή».

Η γενιά μας είναι πρωταθλήτρια της αποχής. Αυτή η μεγάλη μάζα των πολιτικά αδιάφορων νέων (ως επί τω πλείστων αλλά όχι μόνο) που δηλώνουν «κατά συνείδηση απέχοντες» συμμετέχει κατά κύριο λόγο σε παράδοξες πολιτικές πράξεις διαμαρτυρίας και σε μια γενικότερη γκρίνια. Η στάση αυτή, όχι μόνο δεν έχει αποτέλεσμα, αλλά βοηθάει να διαιωνίζεται αυτό ακριβώς το σύστημα των πολιτικάντηδων που έφερε τη χώρα στο σημερινό σημείο.

Εμείς προτείνουμε στους νέους, που σήμερα είναι απογοητευμένοι και οργισμένοι, να σηκωθούν την Κυριακή των εκλογών και να πάνε να ψηφίσουν. Να επιτρέψουν σε νέες δυνάμεις να αναδειχτούν, να δώσουν στη γενιά μας μια εκλογική πολιτική αποτύπωση, να ξεκινήσουν προκαλώντας αλλαγές στη σύνθεση της Βουλής και να δηλώσουν τη θέση τους για τις κεντρικές πολιτικές τους επιλογές. Να πάψουν να ψάχνουν τον πολιτικό Μεσσία που αναζητούσαν οι μπαμπάδες μας στο πρόσωπο του Αντρέα ή του Καραμανλή. Αρκεί να ψηφίσουν ανάμεσα στις υπάρχουσες επιλογές αυτή που τους ταιριάζει. Έστω περισσότερο. Έστω συγκριτικά. Έστω ακόμα και με τη λογική του «μη χείρον βέλτιστον».

Γιατί καλώς ή κακώς όταν καλούμαστε να ψηφίσουμε, καλούμαστε να επιλέξουμε τα πρόσωπα που θα μας εκπροσωπήσουν στη Βουλή καθώς και όσους θα σχηματίσουν Κυβέρνηση. Καλούμαστε δηλαδή, έστω και με αυτό τον απομακρυσμένο τρόπο, να συμμετάσχουμε στη διακυβέρνηση της ίδιας μας της ζωής και της ίδιας μας της κοινωνίας. Και όταν καλούμαστε να επιλέξουμε τι εκπροσώπους και τι κυβέρνηση θα έχουμε, όπως και σε κάθε άλλη επιλογή στη ζωή μας, θα πρέπει να είμαστε  πρακτικοί. Και όπως συνήθως συμβαίνει και με κάθε άλλο θέμα, συχνά η επιλογή δεν βρίσκεται μεταξύ ιδανικού και μη ιδανικού. Αλλά μεταξύ καλού, καλύτερου, κακού ή χειρότερου.

Αλλά όπως και να έχει η επιλογή πρέπει να γίνει. Και αν δεν γίνει από εμάς θα γίνει σίγουρα από κάποιους άλλους. Όταν λοιπόν απέχουμε, όσο και να νομίζουμε ότι «περνάμε κάποια άποψη» ή δίνουμε κάποιο μήνυμα, δεν καταφέρνουμε τίποτε άλλο από το να παραχωρήσουμε το δικό μας δικαίωμα συμμετοχής και επιλογής στους άλλους. Στους άλλους που ακουσίως τελικά εμπιστευόμαστε το μέλλον μας στην κρίση τους. Κι αν ακόμα διαφωνούμε τόσο ριζικά με το πολιτικό σύστημα ώστε να το αποδοκιμάζουμε σε κάθε έκφανσή του, καλό είναι να θυμόμαστε πως κανένα πολιτικό σύστημα δεν έπεσε ποτέ επειδή… φοβήθηκε αυτούς που κάθονταν και το αποδοκίμαζαν από τον καναπέ τους. Η αποχή μας δεν τρομάζει κανένα. Κυβερνήσεις εξάλλου ανέκαθεν εκλέγονταν και εκλέγονται ακόμα και με συντριπτική αποχή. Αυτό είναι εμφανές από την εμπειρία από άλλες χώρες και από την ίδια την ιστορία. 

2)    Φέρνουμε στο προσκήνιο τις προτεραιότητες της γενιάς μας

Πάγια και διαχρονική άποψή μας είναι ότι οι νέοι, οι οποίοι, ήδη, την προ κρίσης εποχή πλήττονταν από χρόνια ανεργία, υποαπασχόληση, χαμηλές αμοιβές, έλλειμμα προοπτικής, και οι οποίοι τώρα πια λόγω της κρίσης βρίσκονται αντιμέτωποι με το φάσμα της μαζικής κοινωνικής καθόδου καθώς και της αναγκαστικής μετανάστευσης στο εξωτερικό, πρέπει να επιχειρήσουν να αλλάξουν τη φορά των πραγμάτων, φέρνοντας στο προσκήνιο την πιο σημαντική δική τους πολιτική προτεραιότητα: την απαλλαγή του δημόσιου βίου από τις παθογένειες των πολιτικών, οικονομικών και διοικητικών-θεσμικών πρακτικών και αντιλήψεων, που γιγαντώθηκαν στη χώρα μας την μεταπολιτευτική περίοδο της επίπλαστης ευημερίας, και οδήγησαν στη σημερινή ζοφερή κατάσταση. Αντιλήψεις και πρακτικές που έχουν έναν κοινό οριζόντιο παρονομαστή και διατρέχουν οριζόντια το πολιτικό φάσμα: πολιτικαντισμός, πολιτική πατρωνία, νεποτισμός, πελατειακές πρακτικές, οπισθοδρομικές αντιλήψεις, κρατισμός, αγοροκρατία, τοπικισμός, συντεχνιασμός, όλα κατάφεραν να κυριαρχήσουν υπό το μανδύα της επίκλησης άλλοτε της κοινωνικής ευαισθησίας, άλλοτε της επιχειρηματικότητας, ώστε από πίσω να κρύβουν τον πραγματικό τους σκοπό. Να μην αλλάξει τίποτα στο Καθεστώς της Μεταπολίτευσης.

Σε ό,τι μας αφορά, αυτή την απαλλαγή από το παρελθόν και τις κυρίαρχες πρακτικές την κωδικοποιήσαμε για πρώτη φορά στις εκλογές το Σεπτέμβριο του 2007 ως Λευτεριά από τη Μεταπολίτευση. Έκτοτε υφάναμε το δημόσιο λόγο μας γύρω από το συγκεκριμένο αίτημα, προσθέτοντας σ’ αυτό κι ένα γενεακό πρόσημο: το αίτημα για γενεακή δικαιοσύνη. Μάλιστα, την επαύριο των Δεκεμβριανών του 2008, προβλέψαμε ότι εξαιτίας της κωλυσιεργίας του πολιτικού συστήματος καθώς και λόγω της σκληρωτικής συσσώρευσης εγωιστικών συμφερόντων στις δομές της οικονομίας, το κλείσιμο του μεταπολιτευτικού κύκλου (γνωστού κατ’ άλλους και ως 3ης Ελληνικής Δημοκρατίας) θα γινόταν βίαια, μέσα από μια βαθιά οικονομική καταστροφή, με τη χώρα να προσφεύγει τελικά στην ξένη βοήθεια και την κοινωνία να βράζει με αντι-ευρωπαϊκό μένος.

Η Λευτεριά απ’ τη Μεταπολίτευση, έννοια που με διάφορες παραλλαγές έγινε μόδα απ’ άκρο σ’ άκρο του πολιτικού φάσματος κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας (σήμερα ακόμα και η ΝΔ έπειτα από μια απόλυτα καταστροφική διετία την περίοδο 2007-2009 έχει το θράσος να μιλάει για νέα Μεταπολίτευση), υπήρξε για εμάς αίτημα διαχρονικό. Το εννοούμε, όμως, ως το ακριβώς αντίθετο από ό, τι είχαν και έχουν ακόμα στο μυαλό τους οι πολιτικάντηδες-πολιτικοί μας, όταν με στόμφο αρθρώνουν το σύνθημα καραμέλα για μια νέα Μεταπολίτευση.

Η Λευτεριά απ’ τη Μεταπολίτευση δεν θα έρθει με μια απλή «ανανεωτική» συνθηματολογία, με τα ίδια φθαρμένα υλικά, εύκολα και εν μια νυκτί. Με τα ίδια πρόσωπα, τις ίδιες πρακτικές και αντιλήψεις που μας έφεραν ως εδώ. Αντίθετα, απαιτεί καταρχάς μια πολιτισμική επανάσταση που πρέπει να γίνει στη χώρα. Η επανάσταση αυτή προϋποθέτει ότι:
-    αποτρέπουμε τη βαλκανο-ανατολίτικη κοτζαμπάσικη νοοτροπία από το να συνεχίσει να δίνει τον παλμό στις πολιτικές πράξεις,
-    αποκτούμε επιτέλους σεβασμό και μαθαίνουμε και στα δικά μας τα παιδιά το σεβασμό απέναντι στους νόμους, τους θεσμούς και το κράτος δικαίου
-    ξεπερνάμε τα ιδεολογήματά των γονιών μας και της γενιάς του Πολυτεχνείου που στοιχειώνουν τη σκέψη μας,
-    υπερβαίνουμε τα κωλύματα που κουβαλάνε από το ’60 και το ’70, όταν ήταν επαναστάτες φοιτητές, την αισθητική τους, την μουσική τους, τον τρόπο που αντιλαμβάνονται τους θεσμούς και το περιβάλλον, το αριστερό τους δήθεν, τον έμφυτο μικρο-αστικό συντηρητισμό τους και τον φολκλόρ εθνικισμό τους.

Η Λευτεριά απ’ τη Μεταπολίτευση, όπως είχαμε επισημάνει το Δεκέμβριο του 2008, προϋποθέτει ολική ρήξη με το σύστημα βαλκανική Ελλάδα. Ρήξη με το status quo: την πραγματικότητα του πελατειακού κράτους και του κρατισμού, της οικογενειοκρατίας, του παρεοκρατικού καπιταλισμού και της αγοροκρατίας, του συντεχνιασμού, του τοπικισμού, του οικολογικού ελλείμματος, της υπερχρέωσης, του υπερκαταναλωτισμού, της εύκολης ανάπτυξης, της εσωστρέφειας.

Η Λευτεριά απ’ τη Μεταπολίτευση συνεπάγεται το άνοιγμα ενός νέου ιστορικού κύκλου μέσα από τον ριζικό μετασχηματισμό της οικονομίας, της πολιτείας και της κοινωνίας. Προϋποθέτει ότι επικεντρώνουμε στην επίλυση του γενεακού ζητήματος και διασφαλίζουμε τη διαγενεακή δικαιοσύνη μαζί με την κοινωνική δικαιοσύνη.

3)    Στηρίζουμε πολιτικές, όχι κάποιο συγκεκριμένο κόμμα.
 
Σε επίπεδο δημόσιων πολιτικών αυτός ο μετασχηματισμός της Ελλάδας προϋποθέτει:

-    Την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών με ορθολογικό περιορισμό του κράτους, γεγονός που όπως έχουμε επιχειρηματολογήσει στο παρελθόν σημαίνει κλείσιμο οργανισμών και άχρηστων υπηρεσιών και απολύσεις με αποζημίωση των απολυθέντων.
-    Επιτάχυνση της μεταρρύθμισης της Δημόσιας Διοίκησης και δημιουργία ενός επιτελικού κράτους με ενσωμάτωση βασικών αρχών του νέου δημόσιου μάνατζμεντ και επένδυση στο στελεχιακό δυναμικό.
-    Την αλλαγή μοντέλου ανάπτυξης με έμφαση στην καινοτομία, τη μεταφορά τεχνογνωσίας στη χώρα, τις επενδύσεις σε τομείς εντάσεως τεχνολογίας, την εξωστρεφή ανάπτυξη και την παραγωγή εμπορεύσιμων αγαθών
-    Μεταρρύθμιση του κοινωνικού κράτους. Ήδη στο ασφαλιστικό έχουν γίνει σημαντικά βήματα (νέο σύστημα συντάξεων, ενιαιοποίηση του κλάδου υγείας), απαιτείται όμως δημιουργία ενός κράτους που μπορεί να ανταποκριθεί στην αντιμετώπιση των νέων κοινωνικών κινδύνων.
-    Νέο Εκπαιδευτικό Σύστημα όπου πέρα από ένα Σχολείο στα πρότυπα του IB και ένα Πανεπιστήμιο σύγχρονων ευρωπαϊκών θεσμών που δεν λειτουργεί ως κρατικό παράρτημα, δίνεται έμφαση στην προσχολική αγωγή ως εργαλείου μείωσης των ανισοτήτων αλλά και την τεχνική εκπαίδευση και κατάρτιση με στόχο την απόκτηση δεξιοτήτων.
-    Ενίσχυση της Δημοκρατίας με αλλαγή καταρχάς του παρόντος εκλογικού νόμου για μετατροπή του συστήματος σε μικτό (λίστα και σταυρό), ενίσχυση της αναλογικότητας, προώθηση της λογικής των προγραμματικών συναινέσεων μεταξύ των κομμάτων, αποκοπή των δεσμών κράτους-κόμματος, ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών.
-    Αντιμετώπιση της ανομίας και της ατιμωρησίας μέσα από μια πολιτική μηδενικής ανοχής και όχι με την λογική της ελαστικής εφαρμογής των νόμων στην οποία επιδίδεται συστηματικά το ενοχικό πολιτικό σύστημα και οι βασικοί εκπρόσωποί του.

Για όλα αυτά ξεκινήσαμε να αναπτύσσουμε προτάσεις από το ξεκίνημα της λειτουργίας του blog, εννιά μήνες πριν τις εθνικές εκλογές του 2007. Τις προτάσεις αυτές, τις εξελίξαμε και τις επικαιροποιήσαμε μέσα στο χρόνο έτσι ώστε να λαμβάνουν κάθε φορά υπόψη τα νέα δεδομένα. Όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να τις βρει συγκεντρωμένες στη σελίδα Agenda G700.

4)    Ισχυροποιούμε τις αυθεντικές μεταρρυθμιστικές δυνάμεις

Σήμερα, με τη χώρα σε καθεστώς επιτήρησης και το πολιτικό σύστημα των ψοφοδεών πολιτικάντηδων-πολιτικών βαθιά ενοχικό και απονομιμοποιημένο, πρέπει, όσοι πιστεύουμε στη φυγή προς τα εμπρός, και όχι στην επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς, να ισχυροποιήσουμε με τις επιλογές μας το αυθεντικό μεταρρυθμιστικό μέτωπο.

Βρισκόμαστε στο Interregnum. Στο μεσοδιάστημα του τέλους μιας εποχής και της απαρχής μιας νέας. Το νέο, όμως, δεν έχει ακόμα γεννηθεί. Η χώρα διαθέτει πλήθος ανθρώπων και ιδίως νέων, που αποδεικνύουν ότι μπορούν ακόμα και μέσα στην κρίση να καινοτομούν, να δημιουργούν, να είναι παραγωγικοί και χρήσιμοι. Μόνο που όλοι αυτοί δεν βρίσκουν πολιτική έκφραση. Οι ηγέτες των κομμάτων, από την Παπαρήγα στα άκρα Αριστερά μέχρι τον Καμμένο στην άκρα Δεξιά είναι οι ίδιοι old-school πολιτικοί που πρωταγωνίστησαν στο Μεταπολιτευτικό δράμα χωρίς αίσιο τέλος. Σήμερα ζητάνε ξανά την ψήφο μας. Την ψήφο της δημιουργικής Ελλάδας που "το παλεύει". Στο σύνολό τους, όμως, πρόκειται για ηγέτες ενός παγιωμένου πολιτικού κατεστημένου που δεν μπορεί να προσφέρει διέξοδο.   

Όπως διέξοδο δεν μπορούν να προσφέρουν ούτε τα άκρα, η ψήφος στα οποία εξαργυρώνει την ανάγκη για παροδική εκτόνωση με μακροπρόθεσμες και ιδιαίτερα επικίνδυνες συνέπειες, όπως εξάλλου παγίως και διαχρονικά έχει αποδείξει η ιστορία.

Και αν το νέο δεν έχει ακόμα γεννηθεί με τις ηγεσίες των κομμάτων να κινούνται σε κάτω του μετρίου επίπεδα και τα άκρα να αποτελούν μια επικίνδυνη εναλλακτική, υπάρχουν πρόσωπα, από τον ευρύτερο προοδευτικό-μεταρρυθμιστικό χώρο, της ΔΗΜΑΡ και των Οικολόγων Πράσινων, του κέντρου του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, της φιλελεύθερης κεντροδεξιάς της ΔΗΣΥ και της ΔΡΑΣΗΣ που μπορούν να αποτελέσουν φωνές αυθεντικής μεταρρύθμισης στη νέα βουλή που θα δημιουργηθεί.

Το σύστημά μας είναι κοινοβουλευτικό. Στη Βουλή παίχτηκαν οι πιο τραγικές σκηνές του δράματος των τελευταίων δύο ετών. Αυτά τα 2 χρόνια, ανακαλύψαμε ποιοι είναι πολιτικάντηδες, ψοφοδεείς, υποκριτές, επικίνδυνοι, εγκάθετοι, εκτός τόπου και χρόνου, παλαιοκομματικοί, απροετοίμαστοι. Η Βουλή που θα προκύψει, μιας κι η παρούσα είναι πολιτικά ανάπηρη, θα έχει τη λαϊκή εντολή για να πάει τη χώρα παραπέρα.

Και ο αντίκτυπος αυτών των εκλογών εκτείνεται πολύ πιο πέρα από το σήμερα και το βραχυπρόθεσμο μέλλον. Σίγουρα η χώρα και οι πολίτες της έχουν αρκετά δεινά που αναπόφευκτα θα αντιμετωπίσουν στο επόμενο διάστημα. Και σίγουρα οποιοδήποτε κόμμα και να εκλεγεί σε αυτές τις εκλογές δεν θα έχει τη δυνατότητα να μας γλιτώσει από αυτό το πικρό ποτήρι. Και αν κάποιος ανέξοδα το υπόσχεται αυτό, τότε σίγουρα υποτιμά τη λογική μας και ποντάρει στην άγνοιά μας.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι αυτές οι εκλογές δεν έχουν διακύβευμα. Αντίθετα, σημαίνει ότι το διακύβευμα τους είναι πολύ πιο μακροπρόθεσμο. Σε αυτές τις εκλογές δεν θα ψηφίσουμε απλά την αυριανή κυβέρνηση. Σε αυτές τις εκλογές θα επιλέξουμε με τι υλικά θα δομήσουμε την κοινωνία και την οικονομία μας, όταν θα έχει τελειώσει η κρίση. Σε αυτές τις εκλογές θα κληθούμε να δείξουμε τι διδάγματα λάβαμε από τα πρόσφατα δεινά μας και τι λύσεις προκρίνουμε για τη Νέα Ελλάδα που θα γεννηθεί μέσα από τις στάχτες του Μεταπολιτευτικού Μοντέλου. Σε αυτές τις εκλογές θα κρίνουμε όχι σε τι Χώρα θα ζήσουμε τα επόμενα χρόνια, αλλά σε τι Χώρα θα μεγαλώσουμε τα παιδιά μας. Και όχι το αν θα λήξει ή όχι αύριο η κρίση. Αλλά το πώς δεν θα επαναληφθεί.


 

Thursday, April 19, 2012

Το τέλος της δανεικής ψήφου;

Του Παναγιώτη Βλάχου*
Protagon, 18/4/2012

Δεν υπάρχει παρέα που να μην συζητά πλέον για την πολιτική, για τις εκλογές, για τα «μνημόνια» και τα πρόσωπα που προβάρουν την είσοδό τους στη Βουλή. Το πολιτικό σύστημα μοιάζει κολλημένο στον τοίχο και έτοιμο να δεχθεί τα πυρά της μαγιάτικης λαϊκής ψήφου. Είναι όμως έτσι;

Ας μην ξεχνάμε ότι για χρόνια, δις ευρώ δανεικών σκορπίστηκαν σε διορισμούς, επιδοτήσεις, εγγυήσεις και μαύρο χρήμα, εξαγοράζοντας ψήφους με άλλοθι στομφώδη συνθήματα και ρηχά ιδεολογήματα που καλλίεργησαν τη σύγχυση και διέλυσαν την ατομική και κοινωνική ευθύνη. Το «δεν πληρώνω και δεν λογοδοτώ» αποτελεί στάση ζωής εδώ και δεκαετίες. Το να προσπαθείς να εξηγήσεις σε ένα κακομαθημένο ενήλικα που μεγάλωσε ανεύθυνος, επιδοτούμενος και κανακευόμενος τι σημαίνει δημόσιο αγαθό, είναι σαν να προσπαθείς να πείσεις τα μεγάλα κόμματα να φέρουν εις πέρας μια ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση.

Η αλλαγή λοιπόν, απαιτεί χρόνο, αυτογνωσία, ψυχραιμία και βάθος. Και οι παράδοξες εκλογές που προκηρύχθηκαν εξαιτίας ενός συμβιβασμού που έπαψε πια να ισχύει δεν είναι πανάκεια. Παρά την ανακατανομή ισχύος στην κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, η ουσία θα παραμείνει η ίδια.

Τα νέα κόμματα ποντάρουν στο θυμό και στην άρνηση, εκπροσωπούνται από επικεφαλής συνυπεύθυνους για τον «κατήφορο» και δεν απαντούν σε στοιχειώδη ερωτήματα. Υπογράψαμε μια δανειακή σύμβαση. Ποιός και πώς πληρώνει τον λογαριασμό; Έχουμε δικό μας σχέδιο ή ισοδύναμα μέτρα για να γλιτώσουμε νέες περικοπές; Το πολιτικό μας σύστημα απλά κατακερματίστηκε για να αναβαπτιστεί.

Η ελληνική κοινωνία είναι γερασμένη και κλειστή. Φόβος και πόλωση ίσον συντήρηση. Οι θέσεις ευθύνης και η δημόσια σφαίρα σχεδόν ακόμη μονοπωλούνται από 50άρηδες και 60άρηδες που οχυρώνονται πολιτικά και οικονομικά πίσω από το status quo. Είναι οι ευνοημένοι της μεταπολίτευσης και αποδεδειγμένα αλλεργικοί στις ‘τομές’.

Τα δύο μεγάλα κόμματα, παρά τη φθορά τους, έχουν συσσωρευμένο κοινωνικό κεφάλαιο. Έχουν διορίσει, διευθετήσει, τακτοποιήσει εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών. Μέσα από τα ‘στραβά μάτια’ μέχρι το ‘φτιάξε με να σε φτιάξω’ δημιουργήθηκε μια μικρο-μεσαία τάξη χωρίς πίστη στην αστική δημοκρατία και στους κανόνες. Δεν είμαι βέβαιος ότι η ομερτά “σπάει” τόσο εύκολα.

Η δική μου κακο/καλομαθημένη γενιά που γεννήθηκε στα τέλη 70s – αρχές 80s, στην πλειοψηφία της πολιτικοποιήθηκε πρόσφατα. Ενώ υπάρχουν τα γνωστικά εφόδια, οι καλές σπουδές και οι παραστάσεις, είτε φοβάται είτε θεωρεί ότι η πολιτική συμμετοχή είναι full time απασχόληση και ασύμβατη με την οικονομική επιβίωση. Αν οι ηλικίες 18-35 δεν οργανωθούν ή δεν πάνε καν να ψηφίσουν – όπως συνήθως γινεται τα τελευταία χρόνια, το σκηνικό δεν θα αλλάξει.

Τέλος, οι μεταρρυθμιστικές δυνάμεις που υπάρχουν μέσα στα κόμματα και κυρίως έξω από αυτά, δεν έχουν καταφέρει να βρουν έναν ενιαίο φορέα εκπροσώπησης. Ίσως γιατί ο μεταρρυθμισμός προκαλεί αλλεργία, όταν τον επικαλούνται τέως αποτυχημένοι υπουργοί, ίσως γιατί η συνεννόηση θέλει χρόνο, ίσως γιατί πιστεύουν ακόμη στα υπάρχοντα κόμματα, σε κάθε περίπτωση λείπουν ηγέτες και νέα αξιόπιστα πρόσωπα που θα βγουν μπροστά συγκροτημένα.

Αν υπάρχει ελπίδα, την βλέπω μέσα από τις δύο τελευταίες παραγράφους. Η ψοφοδεής “δανεική ψήφος”, έστω και με παραλλαγή, θα είναι παρούσα και σε αυτές τις εκλογές.

*Ο Παναγιώτης Βλάχος είναι συνιδρυτής της κίνησης “Μπροστά Σήμερα”. Αναδημοσιεύουμε ύστερα από άδεια του συγγραφέα.

Saturday, April 14, 2012

Από την οργή στην περισυλλογή

Του Γιάννη Βούλγαρη
Τα Νέα, 13/4/2012

Οι δημοσκοπήσεις λίγο πριν από την έναρξη της επίσημης προεκλογικής περιόδου αποτύπωσαν την περισυλλογή των πολιτών, που καλούνται πλέον να συμβιβάσουν την οργή για το παρελθόν με τις προσδοκίες για το μέλλον. Η παρατηρούμενη σύμπλευση των άκρων του πολιτικού φάσματος σε επιλογές που άμεσα (ΚΚΕ, Καμμένος, Χρυσή Αυγή) ή έμμεσα (ΣΥΡΙΖΑ, ΛΑΟΣ) καταλήγουν στην αποκοπή από την Ευρώπη και στη δραχμή επαναλαμβάνει γνωστά φαινόμενα που εκδηλώνονται σε περιόδους εθνικής κρίσης, παρακμής της δημοκρατίας και διάχυσης της ανομίας. Οι συμπλεύσεις δεν αφορούν μόνο τις ηγεσίες. Η ευκολία με την οποία «φουσκώνει» δημοσκοπικά πότε το ένα και πότε το άλλο άκρο δείχνει ότι ένα μέρος, μικρό προς το παρόν, της κοινωνίας προσλαμβάνει τον λόγο των δύο χώρων ως συγγενικό. Οχι τυχαία το 49% όσων δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ «προτιμά» τον κ. Καμμένο (VPRC - «Επίκαιρα»).

Το παιχνίδι αυτής της ετερόκλητης συμπόρευσης είναι και δεν μπορεί παρά να είναι καταστροφικού χαρακτήρα. Καταστρέφουν τις πιθανότητες υπέρβασης της ελληνικής κρίσης εντός της Ευρώπης και της ευρωζώνης, χωρίς να προτείνουν ούτε να μπορούν να προτείνουν μια διαφορετική προοπτική. Ωθούν την Ελλάδα να επιλέξει η ίδια την αποχώρηση από την Ευρώπη και την ευρωζώνη μέσα σε καταστάσεις άτακτης χρεοκοπίας. Για όσους ποντάρουν στην κατάρρευση της χώρας είτε ως «επαναστατική κατάσταση», είτε από ίδιο συμφέρον, είτε από απόγνωση, η προοπτική αυτή είναι επιθυμητή. Για όσους όμως πιστεύουν ότι η Ελλάδα μπορεί να υπερβεί την κρίση πληρώνοντας ακριβά αλλά όχι πανάκριβα (πόσω μάλλον που έχει διανύσει ήδη μεγάλο μέρος της κοιλάδας των δακρύων), η προοπτική αυτή σημαίνει παγίδευση της χώρας σε μια μακροχρόνια κρίση «μετασοβιετικού τύπου».

Ολόκληρο το άρθρο του Γιάννη Βούλγαρη στην ηλεκτρονική σελίδα της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ.

Tuesday, April 10, 2012

Μια γενιά στημένη στον τοίχο

Tης Mαριαννας Tζιαντζη

Αν και η ημερομηνία των εκλογών δεν έχει οριστεί, όλοι μιλούν για ένα πριν και ένα μετά. «Πριν» από τις εκλογές θα λειτουργήσει το πρώτο κέντρο κράτησης λαθρομεταναστών, μας διαβεβαιώνουν, «μετά» τις εκλογές τα νέα μέτρα, μετά τις εκλογές ο επόμενος άθλος του Ηρακλή. Η προεκλογική και η (θολή) μετεκλογική ατζέντα συνυπάρχουν σε έναν σπασμωδικό χορό φόβου, αβεβαιότητας, οργής και ηθικών παραγγελμάτων, όμως υπάρχει κάποιος που δεν χορεύει, που απουσιάζει από τα προεκλογικά τοκ σόου και αυτός ο κάποιος είναι η νεότητα.

Κοινός τόπος είναι πια η διαπίστωση ότι, για πρώτη φορά στη μεταπολεμική ιστορία, οι νέοι θα ζήσουν (ή μάλλον ήδη ζουν) χειρότερα από τους γονείς τους. Μια διαπίστωση που, αν και σχετικά πρόσφατη, πάλιωσε πολύ γρήγορα, έγινε φαινόμενο τόσο οικείο και αυτονόητο, που περνάει σχεδόν απαρατήρητο. Ωστόσο, σε όλο τον κόσμο και όχι μόνο στην Ελλάδα, πληθαίνουν οι φωνές που αναφέρονται στο νέο χάσμα των γενεών, ένα χάσμα που δεν έχει ιδεολογική διάσταση, όπως πριν από 40 χρόνια ή τεχνολογική (βλ. ψηφιακός αναλφαβητισμός), αλλά οικονομική, εργασιακή, δημογραφική, ακόμα και διατροφική (βλ. την εκκολαπτόμενη γενιά των συσσιτίων).

Η γενιά των 700 ευρώ ανήκει στο παρελθόν, όπως και η γενιά των προγραμμάτων stage, για την οποία τόσος λόγος είχε γίνει το 2009. Στο παρελθόν ανήκει και η προτροπή προς τους νέους «να μορφωθείς, να δουλέψεις, να προκόψεις, να στήσεις το δικό σου σπιτικό». Φέτος οι αιτήσεις για τις πανελλήνιες εξετάσεις έχουν μειωθεί κατά 6.000 σε σύγκριση με το 2011, γεγονός που αποδίδεται στην υπογεννητικότητα αλλά και στην απαξίωση του πτυχίου, της μόρφωσης. Πολλοί νέοι, ακόμα και σαραντάρηδες, δεν ανοίγουν τα φτερά τους για να στήσουν το δικό τους σπιτικό στον τόπο τους, αλλά είτε επιδιώκουν να μεταναστεύσουν είτε επιστρέφουν στο πατρικό τους με τα φτερά καψαλισμένα. Επιπλέον, συχνά επιβιώνουν χάρη στη σύνταξη των παππούδων ούτε καν χάρη στον μισθό του γονέα.

Ο τοίχος που σήμερα πνίγει τη νεότητα διαφέρει από εκείνον που τραγούδησαν οι Pink Floyd, διαφέρει από τα «μη», τις απαγορεύσεις και τις συμβατικότητες των μεγαλύτερων ηλικιών. Είναι ο αμείλικτος τοίχος της ανεργίας, της έλλειψης ελπίδας. O «hittiste», ο άνεργος Αλγερινός νέος που περνάει τη μέρα του στο πεζοδρόμιο γερμένος σε έναν τοίχο (ο όρος προέρχεται από την αραβική λέξη για τον τοίχο), ανήκει στην ίδια κατηγορία με τον Βρετανό NEET ή τον Ισπανό «mileurista» (εκείνον που κερδίζει κάτω από 1.000 ευρώ μηνιαίως), λένε οι μελετητές του φαινομένου. Αραγε, ποιος όρος θα καθιερωθεί στην Ελλάδα; Ο «βουλγαρίστας», ο νέος που αμείβεται με μισθό Βουλγαρίας, ο «τοιχάνθρωπος» ή τάχα ο «καλαμάκιας», εκείνος που, μπροστά στην οθόνη του κινητού ή του υπολογιστή, μετράει τη ζωή του με τα καλαμάκια του φραπέ; Μια ολόκληρη γενιά δεν περνάει τη μέρα της γερμένη νωχελικά στον τοίχο της απραξίας, αλλά στημένη στον τοίχο της ανεργίας ή της ψευδοαπασχόλησης.

Ολοι ακούμε ένα τιτ τακ που δεν έχει προεκλογικό χρώμα. Η γενεαλογική βόμβα, που έχει ήδη τοποθετηθεί στα σπλάχνα της κοινωνίας μας, θα αποδειχτεί πολύ πιο ολέθρια από την πολυσυζητημένη «υγειονομική» των αλλοδαπών.

Monday, April 9, 2012

Εκλογές υψηλού ρίσκου

Του Παύλου Αθανασόπουλου
PPOL, 7/4/2012

Ένα μήνα πριν από τις εκλογές και δυστυχώς φαίνεται ότι ούτε το πολιτικό προσωπικό, αλλά ούτε και μεγάλα τμήματα του εκλογικού σώματος, κατάλαβαν τίποτα από την μεγάλη δοκιμασία που περνάμε ως χώρα. Μια λαίλαπα τροπολογιών για μικροδιευθετήσεις που εξυπηρετούν ρουσφέτια, τοπικισμούς, μικροσυμφέροντα, συντεχνιακά προνόμια έχει κατακλύσει την βουλή, λίγο πριν αυτή κλείσει. Πολλοί νομίζουν ότι μπορούν να κάνουν τον προεκλογικό τους αγώνα με τον τρόπο που ήξεραν ως τώρα και που απεδείχθη καταστροφικός.

  • Ο κ. Βορίδης προσπαθεί να προστατεύσει την ευγενή κάστα των βυτιοφόρων.
  • Ο κ. Μπαμπινιώτης, επιφυλλιδογράφος επί χούντας του «ελευθέρου κόσμου», προσπαθεί να υπονομεύσει την μεταρρύθμισή της ανωτάτης παιδείας, προασπίζοντας έτσι τα συμφέροντα της συντεχνίας των πρυτάνεων και των πανεπιστημιακών.
  • Η «αριστερή μεταρρύθμιση» (ΑΡΜΕ), παράταξη των πανεπιστημιακών της ΔΗΜΑΡ, θεωρεί «θετικές» τις προσπάθειες του κ. Μπαμπινιώτη.
  • Οι Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ τρέχουν να προλάβουν να κάνουν όσο περισσότερα ρουσφέτια προλαβαίνουν.
  • Οι ναυτεργάτες προκηρύσσουν απεργία μέσα στην Μεγάλη Εβδομάδα, αδιαφορώντας αν πλήττουν καίρια άλλες κοινωνικές ομάδες, τον τουρισμό, την νησιωτική Ελλάδα.
  • Διάφορες τοπικές κοινωνίες εξεγείρονται για να μη γίνουν κέντρα φιλοξενίας μεταναστών στον χώρο τους. Συνεχίζουν έτσι την λογική που επικρατεί και στο θέμα της διαχείρισης των απορριμμάτων.

Το συμφέρον μας πάνω από το κοινωνικό και εθνικό συμφέρον. Μακριά από την πόρτα μας και «γαία πυρί μειχθήτω»...

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ολόκληρο το άρθρο στην ηλεκτρονική ιστοσελίδα του PPOL.

Sunday, April 8, 2012

Nasa scientist: climate change is a moral issue on a par with slavery

By Severin Carell
Guardian, 6/4/2012

Averting the worst consequences of human-induced climate change is a "great moral issue" on a par with slavery, according to the leading Nasa climate scientist Prof Jim Hansen.

He argues that storing up expensive and destructive consequences for society in future is an "injustice of one generation to others".

Hansen, who will next Tuesday be awarded the prestigious Edinburgh Medal for his contribution to science, will also in his acceptance speech call for a worldwide tax on all carbon emissions.

In his lecture, Hansen will argue that the challenge facing future generations from climate change is so urgent that a flat-rate global tax is needed to force immediate cuts in fossil fuel use. Ahead of receiving the award – which has previously been given to Sir David Attenborough, the ecologist James Lovelock, and the economist Amartya Sen – Hansen told the Guardian that the latest climate models had shown the planet was on the brink of an emergency. He said humanity faces repeated natural disasters from extreme weather events which would affect large areas of the planet.

READ the FULL article in the Guardian

Thursday, April 5, 2012

Ντροπολογιών συνέχεια...

Από το Forward Greece Today
3 - 4 - 2012

Η διαχρονική πρακτική Υπουργών και βουλευτών με τις μεταμεσονύκτιες τροπολογίες δεν μας εκπλήσσει. Είναι ακόλουθη της κουλτούρας και του πολιτικού παραδείγματος της πλειοψηφίας των εκπροσώπων μας. Έτσι έμαθαν όλα αυτά τα χρόνια. Το γεγονός ότι χρεοκοπήσαμε πολιτικά και βρισκόμαστε ακόμα στο χείλος μιας ανείπωτης οικονομικής καταστροφής δεν τους λέει και πολλά.

Ολόκληρη η ανακοίνωση του Forward Greece Today στην ιστοσελίδα τους στο facebook.

Monday, April 2, 2012

Η διακριτική γοητεία των αντιφάσεων ή αλλιώς….. μάθετε να χτίζετε

Οι αντιφάσεις και οι αντινομίες που διατυπώνονται στο δημόσιο πολιτικό διάλογο είναι αξιοσημείωτες. Τις περισσότερες φορές, όταν και είναι προδήλως αντιληπτές, εξηγούνται ως η αναπόφευκτη, γενετική αδυναμία του ιδεοληπτικού πολιτικού λόγου. Ωστόσο, δεν είναι καθόλου απροσδόκητο να ενδημούν και στον πολιτικό λόγο που -κατά τα φαινόμενα- εμφανίζεται ως απροκατάληπτος και προοδευτικός. Τότε, είναι περισσότερο αφανείς, δυσδιάκριτες και συνήθως κρύβονται πίσω από γοητευτικά και ελκυστικά πολιτικά συνθήματα.

Δείτε για παράδειγμα το αίτημα για την δημιουργία ενός νέου οικονομικού μοντέλου. Το πρόταγμα για την παραγωγική αναδιάρθρωση της χώρας διατυπώνεται από ένα ευρύ φάσμα πολιτικών σχηματισμών, ακόμα και μερικών που κατά την τρέχουσα -ανοήτως κατασκευασμένη- πολιτική τυπολογία τοποθετούνται στον αντιμνημονιακό πόλο. Αλήθεια, υπάρχει πολιτικός διάλογος για το τι σημαίνει «Νέο Παραγωγικό Μοντέλο»; Οι περισσότεροι επιμένουν στον επικοινωνιακό πληθωρισμό ενός συνθήματος που απλώς ακούγεται ωραίο, ενώ κάποιοι άλλοι υπαινίσσονται ένα «άλλο ελληνικό κράτος-πατερούλη που είναι εφικτό!» και που με πενταετή πλάνα ανάπτυξης και εθνικά στρατηγικά σχέδια (sic) θα προσφέρει την πολυπόθητη ανασυγκρότηση και ανάπτυξη. Ακόμα και κάποιοι -που παριστάνουν; - τους προοδευτικούς μεταρρυθμιστές και που δείχνουν να αντιλαμβάνονται ότι η παραγωγική αναδιάρθρωση σημαίνει δομικούς μετασχηματισμούς στο κράτος και στην οικονομία, με σχετική ευκολία και πάντως δίχως περαιτέρω εξηγήσεις οδύρονται δημόσια για το κλείσιμο εμπορικών καταστημάτων, για το «τέλος» φθινόντων, μη ανταγωνιστικών οικονομικών κλάδων, για τη μείωση του ανθρώπινου δυναμικού που εργάζεται στο δημόσιο τομέα, για τη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ αγοράς και πανεπιστημίου.

Ένα ακόμα ενδεικτικό παράδειγμα είναι το σχεδόν καθολικό αίτημα για εκσυγχρονισμό και αναδιάρθρωση της αγροτικής παραγωγής στη βάση ενός ολοκληρωμένου επιχειρηματικού δικτύου αγοράς που θα συνενώνει με αποτελεσματικό τρόπο τους διαφορετικούς κρίκους της αλυσίδας προστιθέμενης αξίας (παραγωγή, συσκευασία, τυποποίηση, μεταποίηση, διανομή, πώληση, εξαγωγές). Αλήθεια, πώς συμβιβάζεται αυτή η πολιτική και οικονομική πρόταση με την θέση περί της αναγκαιότητας εξάπλωσης της πρακτικής της απ’ ευθείας πώλησης προϊόντων από τον παραγωγό στον καταναλωτή; Οι υπαρκτές δυσλειτουργίες της ελληνικής αγοράς έχουν οδηγήσει στο τεράστιο άλμα πολιτικής όπου ο υποτιμητικός τίτλος «μεσάζοντες» είναι ικανός να χωρέσει όλα τα ενδιάμεσα στάδια μεταξύ παραγωγής και πώλησης. Κάπως έτσι, στο δημόσιο διάλογο, στα media, στην τοπική αυτοδιοίκηση έχει εντυπωθεί ο αντιφατικός συμβιβασμός μεταξύ της πολιτικής πρότασης για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο στη γεωργία και της ενθάρρυνσης του «κινήματος της πατάτας».

Δείτε και μερικά άλλα χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιου τύπου αντιφάσεων στον πολιτικό λόγο και στην πολιτική συμπεριφορά. Ολόκληρο το πολιτικό σύστημα ομνύει στην ανάγκη να επενδύσουμε στη νέα γενιά ως το μεγαλύτερο συγκριτικό πλεονέκτημα σε συνθήκες έντονης δημογραφικής ανισορροπίας. Την ίδια στιγμή, υπό την πλάνη ότι οι δημόσιοι πόροι είναι απεριόριστοι και ότι στην οικονομία δεν υπάρχουν σχέσεις ανταλλαγής (trade-offs), το ίδιο πολιτικό σύστημα με τη διαμεσολάβηση των media επιμένει σε μία ιδιότυπη συνταξιολαγνεία. Πόσοι, άραγε, παραξενεύτηκαν όταν οι πολιτικοί αρχηγοί μετά το τέλος μίας συνάντησής τους με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας πριν λίγους μήνες, δήλωσαν ότι συζητούσαν επί επταώρου για τις επικουρικές συντάξεις, ενώ την ίδια στιγμή κατόρθωσαν να χωρέσουν στις πολιτικές τους δηλώσεις και το ζήτημα της ανεργίας των νέων; Υποθέτουμε, όχι πολλοί. Είναι εκείνοι, τέλος πάντων, που καταλαβαίνουν ότι κάτι δεν πάει καλά όταν κάποιος δηλώνει ότι απεχθάνεται τον λαϊκισμό, αλλά την ίδια στιγμή κάθε πρόταση του αρχίζει ή τελειώνει με το «αυτό που θέλει ο ελληνικός λαός είναι….» , δείχνοντας τεράστια αυτοπεποίθηση υποδυόμενος έναν ακόμα αυθεντικό εκφραστή της κοινωνίας.

Δείτε και αυτό που συμβαίνει τελευταία με την πνευματική ελίτ του τόπου και τους ηγέτες (;) των πανεπιστημίων. Έχουν γράψει χιλιόμετρα ολόκληρα με άρθρα, δημόσιες παρεμβάσεις και πολιτικές διακηρύξεις φερόμενοι να γνωρίζουν ακριβώς τι χρειάζεται να γίνει στη χώρα για να σωθεί, αλλά κατά ένα περίεργο τρόπο εμφανίζουν μία απίστευτη δυστοκία να εφαρμόσουν ένα νόμο στο δικό τους πεδίο.

Οι αντιφάσεις στον πολιτικό λόγο έχουν βαθιές ρίζες στην πολιτική συμπεριφορά. Άλλωστε, η ίδια η πορεία της μεταπολίτευσης μπορεί να ιδωθεί υπό το πρίσμα μίας διαλεκτικής των αντιφάσεων.
  • Την ίδια στιγμή που εδραιώνεται η Δημοκρατία και ένας σύγχρονος συνταγματικός πολιτισμός, γιγαντώνεται το πελατειακό κράτος του παρασιτισμού και της ανομίας.
  • Ο πολιτισμός δικαιωμάτων συμβιώνει με ένα ατροφικό πολιτισμό υποχρεώσεων.
  • Ο εκδημοκρατισμός των κοινωνικών θεσμών (οργανώσεις της εργασίας, πανεπιστήμια) παράγει εκτρωματικές, τυραννικές μειοψηφίες.
  • Η θεμελίωση του κοινωνικού κράτους και των κοινωνικών δικαιωμάτων συνυπάρχουν με άνισα προνόμια, ανισότητες και κραυγαλέες αδικίες, αλλά και χυδαία διαφθορά.
  • Η επιλογή υιοθέτησης του κοινού νομίσματος συμβαδίζει με τη θεσμική υποστήριξη μίας αντιπαραγωγικής, δανειοτραφούς οικονομίας.
Δεν υπάρχει προοδευτικός λόγος με ουσιαστικό νόημα και περιεχόμενο αν δεν μπορεί να ανιχνεύει, να αποφεύγει και να «θεραπεύει» τέτοιες αντιφάσεις και αντινομίες στο δημόσιο πολιτικό διάλογο.

Πρόκειται για μία θεμελιώδη αδυναμία που έχει στερήσει στον προοδευτικό χώρο να εξοπλιστεί με μία «μεταρρυθμιστική τεχνολογία» που περιλαμβάνει λόγο, διαπραγμάτευση, πολιτική πρακτική και δράση που απαντούν με θεωρητική και εμπειρική τεκμηρίωση στο γιατί, στο πότε και στο πώς κάθε αλλαγής και μπορούν να προωθούν μεταρρυθμίσεις με αποτελεσματικό και κοινωνικά δίκαιο τρόπο. Για τις προοδευτικές δυνάμεις η απόκτηση «μεταρρυθμιστικής τεχνολογίας» απαιτεί μία ιστορική παραχώρηση, μία πολιτική «υποβάθμιση» που προϋποθέτει το πέρασμα από τα μεγάλα οράματα στις συγκεκριμένες επιτυχίες, γεγονός που με τη σειρά του προϋποθέτει την αναγνώριση της ανάγκης ότι σήμερα δεν χρειαζόμαστε τους μεγάλους αρχιτέκτονες της πολιτικής, αλλά πολλούς και καλούς μηχανικούς και χτίστες….